Κάποια τοπία είναι μοναδικά. H εικόνα τους, ο παλμός
τους, η ψυχή τους εγκαθίστανται στον νου σου και δεν τα αποχωρίζεσαι ποτέ. Και
το υδρόβιο Αιτωλικό, θρονιασμένο πάνω στο ολοκληρωτικά δικό του νησάκι,
ανασαίνει σαν ψάρι από τις λιμνοθάλασσες που το τριγυρίζουν........
Αν και τοπίο του νερού, δεν είναι καλοκαιρινό. Κόντρα στο ρεύμα από ό,τι συνήθως συμβαίνει, ο χειμώνας τού πάει καλύτερα και αυτό τον πάει πολύ. Είναι που πλουμίζει τους απέραντους καθρέφτες ο ουρανός που αντανακλά με τα σχεδιασμένα με αδρές, γκρίζες γραμμές, νέφη. Είναι που το γλυκό φως ζωγραφίζει στην επιφάνεια του νερού μια ωραία υδρογραφία με τις προσόψεις των σπιτιών της προκυμαίας. Είναι που οι χαρακτηριστικές βάρκες της λιμνοθάλασσας με τους μοναχικούς ψαράδες είναι τώρα μια ζωντανή εικόνα ονειροπόλησης, με την αργή κίνηση των σχημάτων και το υψηλό κοντράστ χρωμάτων, συναισθημάτων και δυνάμεων.
Αν και τοπίο του νερού, δεν είναι καλοκαιρινό. Κόντρα στο ρεύμα από ό,τι συνήθως συμβαίνει, ο χειμώνας τού πάει καλύτερα και αυτό τον πάει πολύ. Είναι που πλουμίζει τους απέραντους καθρέφτες ο ουρανός που αντανακλά με τα σχεδιασμένα με αδρές, γκρίζες γραμμές, νέφη. Είναι που το γλυκό φως ζωγραφίζει στην επιφάνεια του νερού μια ωραία υδρογραφία με τις προσόψεις των σπιτιών της προκυμαίας. Είναι που οι χαρακτηριστικές βάρκες της λιμνοθάλασσας με τους μοναχικούς ψαράδες είναι τώρα μια ζωντανή εικόνα ονειροπόλησης, με την αργή κίνηση των σχημάτων και το υψηλό κοντράστ χρωμάτων, συναισθημάτων και δυνάμεων.
Από
ιβάρι σε ιβάρι
Τα
δυνατά πράγματα δεν απενεργοποιούνται με την τριβή τους με την καθημερινότητα ή
το διάβα των εποχών, αντιθέτως τις φορτίζουν. Ετσι και τα σκάφη - οι γαΐτες, οι
σαΐτες, τα πριάρια, τα σταφνοκάρια - που περνοδιαβαίνουν κάτω από τα πολύτοξα
γεφύρια, διατηρητέα μνημεία του 19ου αιώνα, που ενώνουν το Αιτωλικό με τη
στεριά σε Δύση και Ανατολή. Είναι η καθημερινή ζωή της πολιτείας, το παρελθόν
και το παρόν της που ανοίγεται στη μεγαλύτερη λιμνοθάλασσα, από κρυμμένα
μονοπάτια που γνωρίζουν μόνον οι αυτόχθονες, προς τα απέραντα ιβάρια και τη
γειτονιά με τις καλύβες των ψαράδων πάνω στην Προκοπάνιστο, αφού πρώτα κάνουν
τον σταυρό τους καθώς περνούν μπροστά από την Παναγία την Προκοπανιστιώτισσα,
ένα νησί-ξωκλήσι που «ταξιδεύει» και αυτό στα νερά.
Και όλο και περνούν από μπροστά μας οι βάρκες σαν να
πλέει στα νερά η ψυχή της πολιτείας. Στεκόμαστε δίπλα στους ερασιτέχνες ψαράδες
που προκαλούν την τύχη τους ρίχνοντας την αρματωσιά του καλαμιού τους από τη
γέφυρα στα πλούσια νερά και παρακολουθούμε τη ζωή της λιμνοθάλασσας. Ενα
σταφνοκάρι, ακόμη στα χρώματα του μίνιου, γλιστρά με απαλές κινήσεις επάνω στα
ήρεμα νερά. Σκαρώθηκε στην απέναντι ακτή και με έναν γερανό ποντίζει μια
γιγάντια απόχη και αιχμαλωτίζει όλα τα καλά της θάλασσας. Αυτός ο απίστευτος
ενάλιος πλούτος εκτίθεται στα ιχθυοπωλεία στα γραφικά σοκάκια της πολιτείας,
πίσω από τις προσόψεις της προκυμαίας, ως μια πολύ χαρακτηριστική εικόνα. Είναι
οι μπάφες, από τις οποίες βγαίνει το φημισμένο ελληνικό χαβιάρι, το αβγοτάραχο,
οι αρσενικοί κέφαλοι, τα λαβράκια, οι τσιπούρες, οι λίγδες (μικρές τσιπούρες),
τα χέλια, οι γοβιοί, οι πίνες.
Τα
«φρούτα» της λιμνοθάλασσας
Στη
γειτονιά των ψαράδων στην Προκοπάνιστο τους πετύχαμε την ώρα του φαγητού. Είχαν
κέφαλο καπαμά και στην πλούσια σάλτσα του βουτούσαν το ψωμί τους. Τίποτε άλλο
στον μακρύ πάγκο. Ομως είναι μια ιδιαίτερη γευστική εμπειρία που απλώνεται σε
όλη τη λιμνοθάλασσα μέχρι τις ακτές της και τα «ρεμπάκια», έτσι λένε εδώ τα
λεπτά καλάμια. Βασιλιάς στο τραπέζι είναι το χέλι, που έρχεται ως πρινσπάτο,
ανοιγμένο, αφυδατωμένο στον ήλιο και μετά ψημένο στα κάρβουνα, ή νωπό «οχτάρι»
στη θράκα. Μετά έρχονται ο κέφαλος πετάλι, ανοιγμένος, παστωμένος και ψημένος
στα κάρβουνα, οι τσιπούρες και τα λαβράκια μαγειρεμένα με σκόρδο και πατάτες
και περιχυμένα με μια πικάντικη σάλτσα.
Αχ αυτή η θάλασσα, η ρηχή και η ήρεμη, καθώς
τραγουδούσε ο Κωστής Παλαμάς τους καημούς της λιμνοθάλασσας, που την ερωτεύεσαι
και γίνεσαι ψαράς. Οι άνθρωποι και η ζωή τους γίνονται αίσθημα, έργο τέχνης,
λογοτεχνική και εικαστική έκφραση. Η σπουδαία εικαστική δημιουργός Βάσω Κατράκη
σμίλευε στο ξύλο στην αρχή και μετά στη σκληρή πέτρα τη δύσκολη ζωή των ψαράδων
της λιμνοθάλασσας. Η ίδια έλεγε ότι το σπίτι τους ήταν σχεδόν μέσα στη θάλασσα
και στη γειτονιά της έμεναν όλο ψαράδες. Ετσι είναι και τώρα το ωραίο μουσείο
με τα έργα της που λειτουργεί στο Αιτωλικό. Είναι σχεδόν μέσα στη λιμνοθάλασσα
και μπροστά του αράζουν τις βάρκες τους οι ψαράδες. Μέσα εξελίσσεται μια
ολόκληρη συναυλία αισθημάτων με προσγειωμένα χρώματα, έτσι όπως μόνο η τέχνη
μπορεί να προσδώσει παλμούς ανθρώπινης καρδιάς στον τόπο και στο τοπίο.
*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 19 Ιανουαρίου 2014
*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 19 Ιανουαρίου 2014
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου