Ερασιτεχνικό
θέατρο στην επαρχία
«Στάχτη
στα μάτια» του Ε. Λαμπίς από τη θεατρική ομάδα του Πολιτιστικού και Μορφωτικού
Συλλόγου «Το Αιτωλικό».
«Θέατρο είναι τρία σανίδια, δύο πρόσωπα κι
ένα πάθος», υποστηρίζει ο Λόπε ντε Βέγκα , Ισπανός θεατρικός συγγραφέας του 16ου
αι. και οι ερασιτεχνικοί θίασοι της επαρχίας δείχνουν να το γνωρίζουν καλά
αυτό.....
Η ενασχόληση με τη θεωρία και την
πράξη του θεάτρου-πράγμα που σήμερα θεωρείται περιττή πολυτέλεια-δίνει
δημιουργική διέξοδο στις ανησυχίες , σχήμα και μορφή στη δράση των ερασιτεχνών
θεατρόφιλων της επαρχίας, οι οποίοι αντιμετωπίζοντας με σοβαρότητα την επιλογή τους,
παράγουν αξιόλογο έργο.
Στο πλαίσιο του «Θεάτρου Όψεις», της 2ης
θεατρικής συνάντησης ερασιτεχνικών ομάδων που διοργάνωσε ο Πολιτιστικός και Μορφωτικός Σύλλογος «Το Αιτωλικό» από τις 17-28 Ιουλίου, η θεατρική ομάδα του
Πολιτιστικού και Μορφωτικού Συλλόγου «Το Αιτωλικό» ανέβασε το έργο του Ευγένιου
Λαμπίς «Στάχτη στα μάτια». Το έργο του Λαμπίς(1815-1888) κατατάσσεται στο είδος του βουλεβάρτου (στη λεωφόρο Boulevard του Παρισιού υπήρχαν τα εμπορικά
θέατρα της εποχής, μια τεράστια κερδοσκοπική επιχείρηση ) που άνθισε στη Γαλλία
στα μέσα του 19ου αι. Πρόκειται για ένα εύπεπτο θέαμα που προκαλεί εύκολη
συγκίνηση, για ένα ιδιωτικό δράμα/κωμωδία (σα να βλέπεις από την κλειδαρότρυπα)
που σκιαγραφεί τη γλυκιά ζωή του σαλονιού και υποδηλώνει την κυριαρχία της αστικής
τάξης εκείνης της εποχής. Οι συνήθεις
σκηνικοί χώροι του είδους αυτού ήταν το σαλόνι,
η κρεβατοκάμαρα ή η εξοχική κατοικία. Με όπλο του το ακατάβλητο άλλοθι του χιούμορ, απευθύνεται
σε κοινό χωρίς ιδιαίτερες πνευματικές ανησυχίες και με συντηρητική ιδεολογία: η
αστική τάξη αναγνωρίζει τον εαυτό της αλλά η τιμή σχεδόν πάντα σώζεται.
Περνώντας το κατώφλι του θεάτρου οι θεατές
εντάχθηκαν στη θεατρική σύμβαση, πράγμα που φρόντισαν οι συντελεστές της παράστασης οι οποίοι, εντός ρόλου, τους
δεξιώθηκαν στο χώρο τους, στο θεατρικό τους σαλόνι, χόρεψαν μαζί τους τα βαλς
του Στράους και τους σέρβιραν σε ασημένιους δίσκους γλυκά και ξηρούς καρπούς,
τα γευστικά σημεία της παράστασης. Η συμμετοχική δράση των θεατών στο δρώμενο
εντάθηκε και μέσω της χρήσης της γνωστής θεατρικής σύμβασης του «κατ’ιδίαν» από τους ηθοποιούς κατά τη διάρκεια της παράστασης:
όταν κάποιος ηθοποιός απευθύνεται στο
κοινό σχολιάζοντας τη δράση «χωρίς να τον ακούει ο παρτενέρ του». Αυτό το διπλό αντιθετικό παιχνίδι που στόχο έχει
να βγει ο ηθοποιός από τη μυθοπλασία της σκηνής και να επικοινωνήσει με το κοινό κάνοντάς το
συνεργό αλλά και μάρτυρα των σχεδίων του, αποτέλεσε την πηγή του κωμικού και τόνισε το διαδραστικό χαρακτήρα της παράστασης.
Έτσι
το κοινό μπόρεσε να αποκωδικοποιήσει, στην πλειοψηφία τους, τους κώδικες της
παράστασης, κώδικες που αντανακλούσαν τις κοινωνικές συμβάσεις της εποχής που
γράφτηκε το έργο.
Η
εκφορά του λόγου από τους
ηθοποιούς και ο τρόπος που τον χειρίστηκε η σκηνοθέτης συνέβαλλαν επίσης στην
ταύτιση του κοινού με το θέαμα. Η σκηνοθέτης επέλεξε να επιτονίσει κάποιες
λέξεις που θεωρεί σημαντικές και με αυτό τον τρόπο αποδόθηκαν τα νοήματα που
πρόβαλλε η παράσταση.
Τα παραγλωσσικά σημεία της παράστασης, δηλ. το
ύψος, ο τόνος, η έκταση της φωνής των
ηθοποιών, καθώς και η άρθρωση, οι τονισμοί, ο ρυθμός της εκφοράς του λόγου και
οι λαρυγγισμοί όπως π.χ. το γέλιο, λειτούργησαν ως σχόλια είτε
υποστηρίζοντας είτε υπονομεύοντας τη
δράση επί σκηνής.
Όσον αφορά την τοποθέτηση και την κίνηση των ηθοποιών στη
σκηνή, τις αλλαγές θέσεων και τις αποστάσεις μεταξύ τους και τη σχέση τους με
τα αντικείμενα της σκηνής, η σκηνοθέτης κατάφερε να παρουσιάσει σώματα έτοιμα
για δράση που λειτούργησαν ως ένα καλοκουρδισμένο σύνολο και να υποδείξει την κοινωνική θέση των σκηνικών προσώπων, τους
παράγοντες επικοινωνίας και τη σχέση
μεταξύ τους.
Ο χειρονομιακός κώδικας επικοινώνησε με
επιτυχία το μήνυμα της παράστασης. Οι
σκηνικές χειρονομίες λειτούργησαν
είτε ως εικόνα μιας κίνησης που συναντάμε στον κοινωνικό χώρο κι έτσι έγιναν
αναγνωρίσιμες από το κοινό, είτε ως δείκτης που παραπέμπει σε ένα συναίσθημα,
μια συμπεριφορά, μια σχέση. Στη συγκεκριμένη παράσταση κάθε ηθοποιός είχε ένα δικό
του ιδιωτικό κώδικα χειρονομιών έτσι που συνδυάζοντας τις κινήσεις του ενός με τις κινήσεις του άλλου είχαμε
μια σειρά από οπτικούς πίνακες και σύνθετα κείμενα. Οι χειρονομίες ήταν
λειτουργικές και συνέβαλλαν στην προώθηση της δράσης, μεταδίδοντας μηνύματα που
δε δίνει η γλώσσα, την ψυχολογία των δραματικών προσώπων και τις σχέσεις τους
με τα άλλα επί σκηνής πρόσωπα.
Σχετικά με τα στοιχεία μιμικής, τα στοιχεία
εκείνα που αφορούν το σύνολο των κινήσεων του προσώπου του ηθοποιού, ήταν
εμφανώς τονισμένα στην παράσταση, είτε ως στυλιζαρισμένες εκφράσεις που παρέπεμπαν
σε δάνεια της εποχής του Λαμπίς είτε ως καθημερινές διαχρονικές εκφράσεις
απόλυτα μιμητικές που δρούσαν επεξηγηματικά στο λόγο.
Ο σκηνογράφος προσέδωσε στο σκηνικό τη
ψευδαίσθηση του βάθους του σκηνικού χώρου και οργάνωσε τον κόσμο της
μυθοπλασίας που υποβάλλει το κείμενο πάνω στη σκηνή κάνοντας χρήση απλών
υλικών-πανιά, χαρτί, ξύλο, μπογιές. Επίσης, σε
διάλογο με την τέχνη της εποχής του 19ου αι., απέδωσε λιτά
και μινιμαλιστικά το σαλόνι των αστών πρωταγωνιστών της παράστασης: τρεις
καρέκλες, ένα τραπεζάκι, ένα γραφείο, ένας πίνακας κι ένα πιάνο, που αν και λειτούργησαν
ως δείκτες μιας εποχής, δεν έπαψαν να φέρουν την προσωπική του σφραγίδα ως
καλλιτέχνη. Το τεράστιο χάρτινο ρολόι και το ανάλογου μεγέθους χέρι με το
ζωγραφισμένο μάτι στο κέντρο του ήταν άλλα δύο σκηνικά αντικείμενα άξια
αναφοράς που είχαν τη δική τους υπόσταση πάνω στη σκηνή και λειτούργησαν ως
σύμβολα της ανθρώπινης ματαιοδοξίας και
αλαζονείας
Το φως περιέβαλε και ανέδειξε τον σκηνικό χώρο, ενώ οι αλλαγές του σκηνικού
ορίστηκαν από σχετικό σκοτάδι στη σκηνή.
Η μουσική συνδεόταν οργανικά με το έργο,
συνέδεε εικόνες του έργου και δημιουργούσε την ατμόσφαιρα της εποχής του
εντείνοντας με αυτό τον τρόπο την αίσθηση συμμετοχής του θεατή.
Τα κοστούμια και το μακιγιάζ ήταν προσεγμένα
και σύμφωνα με τη μόδα της εποχής, πράγμα που συνέβαλλε στη διαμόρφωση του
κλασικού χαρακτήρα παράστασης.
Όλα τα στοιχεία/σημεία της παράστασης, συγκλίνουν
στο ότι η θεατρική ομάδα πέτυχε να μας μεταφέρει την ατμόσφαιρα της εποχής: κοστούμια,
μακιγιάζ, σκηνικά λειτούργησαν ως δείκτες της αισθητικής του 19ου
αι., ενώ το μόνιμα ευχάριστο υποκριτικό ύφος, η πολύ γρήγορη δράση, ο έντονος
χειρονομιακός κώδικας και η αδιάκοπη
κινητικότητα, αποτελούν στοιχεία
που υποδεικνύουν μια κλασική προσέγγιση του έργου, μια σκηνοθετική ερμηνεία με
σεβασμό στο κείμενο και την εποχή του. Η παράσταση όμως πρόβαλλε και μηνύματα
που χρήζουν δραματουργικής ανάλυσης δευτέρου και τρίτου επιπέδου : κατέδειξε τη
δύναμη των σημείων που λειτουργεί εις βάρος της πραγματικότητας, τη δύναμη της
εικόνας: είσαι αυτό που δείχνεις ότι είσαι-η χρυσή αλυσίδα, ο καλοπληρωμένος υπηρέτης, τα ρούχα, σκηνικά αντικείμενα και
υποκείμενα ικανά να ρίξουν «στάχτη στα μάτια». Από την άλλη μεριά, όταν οι
μάσκες πέφτουν αποκαλύπτουν την ομορφιά της απλοϊκής, καθημερινής, «ασήμαντης» ύπαρξης των
υποκειμένων, μιας αξίας πανανθρώπινης και διαχρονικής.
Το θέατρο, ένα εφήμερο καλλιτεχνικό και
επικοινωνιακό γεγονός, δεν παύει να λειτουργεί ως καθρέφτης της κοινωνίας που
το παράγει και όσο εύπεπτο και εύληπτο κι αν είναι ένα θεατρικό κείμενο, δεν
παύει να διαμορφώνει συνειδήσεις αν η οπτική γωνία μέσα από την οποία γίνεται η
επεξεργασία του και η παράστασή του, μας δίνει την δυνατότητα να προσλάβουμε
θέσεις και αξίες που συντελούν στην προσωπική μας ανάπτυξη.
Περλέγκα
Κωνσταντίνα-Θεατρολόγος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου